Η ανατροπή έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της πραγματικότητας, τονίζει, μεταξύ των άλλων, και σημειώνει πως «η ασφάλιση απαντά σε αυτή την αβεβαιότητα καθώς προστατεύει όλα αυτά που έχουν αξία και μας βοηθά να συνεχίσουμε να ζούμε, να λειτουργούμε, να εργαζόμαστε και να επιχειρούμε παρά τις δυσκολίες και τους κινδύνους».
Παρά το ζοφερό περιβάλλον, ο κ. Σαρρηγεωργίου παραμένει αισιόδοξος, επισημαίνοντας: «Πιστεύω ότι παρά τις δυσκολίες υπάρχει αναπτυξιακή δυναμική στην ασφαλιστική αγορά». Σχετικά με τον επενδυτικό σχεδιασμό του ασφαλιστικού κλάδου, ο πρόεδρος της ΕΑΕΕ αναφέρει πως «το περιβάλλον υψηλών επιτοκίων που διαμορφώνεται πλέον τους τελευταίους μήνες, θα επιτρέπει στις ασφαλιστικές εταιρείες να κάνουν τις νέες επενδύσεις σε ομόλογα με υψηλότερες αποδόσεις απ’ ό,τι στο παρελθόν, διευκολύνοντας έτσι την κάλυψη των εγγυημένων αποδόσεων».
Αναφερόμενος στην προσπάθεια της Ένωσης για την ασφάλιση των κατοικιών, λέει πως είναι ανάγκη η «θέσπιση ενός συστήματος καθολικής κάλυψης κατοικιών έναντι των φυσικών καταστροφών το οποίο θα βασίζεται σε συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα».
Κύριε πρόεδρε δεδομένων των γενικότερων δυσμενών οικονομικών συνθηκών βλέπετε περιθώρια ανάπτυξης της ασφαλιστικής αγοράς υπό τις παρούσες συνθήκες;
Η ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς αποτελεί στόχο, η επίτευξη του οποίου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η δυσμενής οικονομική συγκυρία δεν βοηθά, καθώς η αύξηση του κόστους της ενέργειας και του πληθωρισμού μεταξύ άλλων επιδρούν αρνητικά και στο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών.
Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική οικονομία αναμένεται να σημειώσει ανάπτυξη το 2022 και οι προβλέψεις είναι ευοίωνες. Σύμφωνα με την πρόσφατη αξιολόγηση του οίκου Moody’s, η ελληνική οικονομία ανέκαμψε γρήγορα από το οικονομικό σοκ της πανδημίας COVID – 19 και αποτελεί πόλο έλξης επενδύσεων, οι οποίες θα στηρίξουν την οικονομική της θέση. Για το 2022 εκτιμάται ανάπτυξη 4% σύμφωνα με την Ευρ. Επιτροπή, πρόβλεψη που σύμφωνα με τον οίκο Moody’s ενδεχομένως να αναθεωρηθεί προς τα πάνω, καθώς η ανάπτυξη ανήλθε στο 7,7% το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Η ανάπτυξη της οικονομίας είναι συνδεδεμένη με την ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στις Γενικές Ασφαλίσεις.
Επιπλέον, οι απανωτές κρίσεις και ανατροπές που έχουμε βιώσει τα τελευταία χρόνια, ξεκινώντας από την οικονομική κρίση του 2009, την πανδημία COVID – 19, την κλιματική κρίση και τις φυσικές καταστροφές, τον πόλεμο στην Ουκρανία με τις αλυσιδωτές επιπτώσεις του, έχουν αποδείξει ότι η ανατροπή έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της πραγματικότητας. Η ασφάλιση απαντά σε αυτή την αβεβαιότητα καθώς προστατεύει όλα αυτά που έχουν αξία και μας βοηθά να συνεχίσουμε να ζούμε, να λειτουργούμε, να εργαζόμαστε και να επιχειρούμε παρά τις δυσκολίες και τους κινδύνους. Οι πολίτες έχουν αρχίσει να το κατανοούν αυτό, οπότε βλέπουμε πως ψάχνουν λύσεις που τους βοηθούν να θωρακιστούν από την ανασφάλεια.
Άρα πιστεύω ότι παρά τις δυσκολίες υπάρχει αναπτυξιακή δυναμική στην ασφαλιστική αγορά. Είναι γεγονός, επιπλέον, ότι υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης στον κλάδο, καθώς η Ελλάδα υπολείπεται του μέσου ευρωπαϊκού όρου σε ό,τι αφορά τη διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης.
Ποια είναι τα πρώτα αποτελέσματα από την παραχώρηση της επικουρικής ασφάλισης στις ασφαλιστικές εταιρείες; Και ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την επόμενη τριετία;
Εδώ υπάρχει μία παρανόηση και χαίρομαι που μου δίνετε την ευκαιρία να ξεκαθαρίσω το θέμα. Δεν έχει γίνει καμία παραχώρηση της επικουρικής ασφάλισης στις ασφαλιστικές εταιρίες.
Η μεταρρύθμιση της κυβέρνησης με την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην επικουρική ασφάλιση είναι μία αλλαγή που αφορά την Κοινωνική Ασφάλιση, δηλαδή τον 1ο πυλώνα και δεν σχετίζεται με την Ιδιωτική Ασφάλιση. Ο μόνος συσχετισμός που θα μπορούσε να γίνει είναι ότι οι πολίτες θα εξοικειωθούν με τη λειτουργία και τα οφέλη του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, με βάση το οποίο λειτουργεί ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης. Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν έχουν αποκτήσει κάποιο ρόλο στην επικουρική ασφάλιση.
Κατά την άποψή μας, η μεταρρύθμιση στην επικουρική είναι προς τη σωστή κατεύθυνση για τους πολίτες και για την οικονομία καθώς θα ευνοήσει τη συγκέντρωση επενδύσεων. Όμως, το πρόβλημα στο συνταξιοδοτικό σύστημα δεν λύνεται. Αυτό που τονίζουμε είναι η ανάγκη ενίσχυσης του συνταξιοδοτικού εισοδήματος των πολιτών μέσω της προαιρετικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης.
Το πρόβλημα με το συνταξιοδοτικό σύστημα ξεκινά από τις δημογραφικές εξελίξεις. Η γήρανση του πληθυσμού είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό θέμα για την Ελλάδα αλλά και τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και ένα φαινόμενο που αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια. Ζούμε περισσότερο και άρα απαιτείται μεγαλύτερη αποταμίευση για να χρηματοδοτήσουμε τα χρόνια σύνταξης.
Χρειάζεται επανασχεδιασμός και ριζική αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ώστε να μην περιορίζεται μόνο στην Κοινωνική Ασφάλιση. Και προκειμένου οι πολίτες να ενθαρρυνθούν για την αύξηση της προαιρετικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης χρειάζεται η Πολιτεία να θεσπίσει κίνητρα.
Οι αναστατώσεις στις διεθνείς αγορές, η ενεργειακή κρίση και ο υψηλός πληθωρισμός διαμορφώνουν -τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα- έναν μάλλον ζοφερό ορίζοντα. Ποιες είναι οι επενδυτικές δυνατότητες του ασφαλιστικού κλάδου σ΄αυτό το περιβάλλον;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία σε συνδυασμό με τη χαλαρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών τα προηγούμενα χρόνια και τις ανισορροπίες που προέκυψαν στις εφοδιαστικές αλυσίδες λόγω της πανδημίας, είχαν σαν αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών ενέργειας και εμπορευμάτων, με άμεσες, δραματικές θα έλεγα, επιπτώσεις στον πληθωρισμό. Φυσικό επακόλουθο του πληθωρισμού, πέραν της αύξησης του κόστους των ασφαλιστικών αποζημιώσεων, είναι η μείωση των πραγματικών αποδόσεων των επενδύσεων. Για παράδειγμα, αν ένας τίτλος σταθερού επιτοκίου, όπως είναι κατ’ εξοχήν ένα ομόλογο, έχει απόδοση 3% και ο πληθωρισμός είναι 2%, ο επενδυτής σε πραγματικούς όρους «κερδίζει» μόλις 1% σε απόδοση.
Στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια των ασφαλιστικών εταιρειών, είναι γνωστό ότι οι τοποθετήσεις σε χρεωστικούς τίτλους (π.χ. ομόλογα) καταλαμβάνουν παραδοσιακά το μεγαλύτερο ποσοστό επί του συνολικού ενεργητικού τους. Στην ελληνική αγορά το ποσοστό των χρεωστικών τίτλων διαμορφώθηκε, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΤτΕ (δημοσίευση 31.8.2022), σε 55,8% το β΄ τρίμηνο 2022. Είναι πιθανό, κατά συνέπεια, να υπάρξουν αναπροσαρμογές, περιορισμένης εμβέλειας, των χαρτοφυλακίων, στρέφοντας οι εταιρείες το επενδυτικό ενδιαφέρον τους και προς εναλλακτικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων που δίνουν μεγαλύτερη απόδοση, με στόχο τη μερική αντιστάθμιση της επίδρασης του πληθωρισμού.
Αναφέρομαι σε περιορισμένες αναπροσαρμογές, καθώς το περιβάλλον πλέον υψηλών επιτοκίων που διαμορφώνεται τους τελευταίους μήνες θα επιτρέπει στις ασφαλιστικές εταιρείες να κάνουν τις νέες επενδύσεις σε ομόλογα με υψηλότερες αποδόσεις απ’ ό,τι στο παρελθόν, διευκολύνοντας έτσι την κάλυψη των εγγυημένων αποδόσεων.
Η άνοδος των επιτοκίων και κατά συνέπεια η πτώση των τιμών των ομολόγων, καθώς και η πτώση των τιμών των μετοχών έχουν δημιουργήσει υπαξίες στο ενεργητικό των επενδυτικών χαρτοφυλακίων, που όμως εν πολλοίς αντισταθμίζεται από την άνοδο της καμπύλης προεξόφλησης των υποχρεώσεων και κατά συνέπεια οι εποπτικοί δείκτες των ασφαλιστικών εταιριών διατηρούνται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα.
Κρίσιμος παράγοντας στη διαμόρφωση της εικόνας των ασφαλιστικών επενδύσεων είναι επίσης η νομοθεσία του sustainable finance. Επομένως, κινητικότητα αναμένεται στην περιοχή των πράσινων, βιώσιμων επενδύσεων.
Θα πρέπει να γίνει, γενικά, κατανοητό ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις είναι έμπειροι διαχειριστές επενδύσεων, που διαθέτουν την κατάλληλη τεχνογνωσία για την απορρόφηση των όποιων κραδασμών στις αγορές.
Έχετε προτείνει κατ΄ επανάληψη -και φαίνεται ότι υπάρχουν ευήκοα ώτα την τελευταία περίοδο- την υποχρεωτική ασφάλιση από φυσικές καταστροφές. Θεωρείτε ότι είναι ένα ώριμο αίτημα που μπορεί να παράξει ικανή ασφαλιστική ύλη για την επιτάχυνση της ασφαλιστικής αγοράς;
Στην Ελλάδα, παρότι έχουμε από τα μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ευρώπη, το ποσοστό ασφαλισμένων κατοικιών δεν ξεπερνά το 15%. Ως αποτέλεσμα σε κάθε φυσική καταστροφή το κράτος αναγκάζεται να παρεμβαίνει με επιδόματα και άλλες πρόνοιες για να βοηθήσει τους ζημιωθέντες. Αυτό γίνεται συνήθως με τα χρήματα των φορολογούμενων πολιτών και επιπλέον τις περισσότερες φορές οι αποζημιώσεις που δίδονται υπολείπονται του συνολικού μεγέθους της ζημιάς.
Το κόστος αυτών των καταστροφών, που μέχρι σήμερα καλύπτονται εν μέρει από το ίδιο το κράτος, θα μπορούσε να μεταφερθεί στην ασφαλιστική αγορά, αν η κυβέρνηση δώσει στους πολίτες κίνητρα να ασφαλίσουν τις κατοικίες τους, με το σχετικό ασφάλιστρο να εκπίπτει από τους φόρους. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί σχετικά με την παροχή φορολογικών κινήτρων για την ασφάλιση περιουσίας, χωρίς η δέσμευση να έχει γίνει πράξη. Άρα, η πρώτη κίνηση είναι για να ενθαρρυνθούν και να διευκολυνθούν οι πολίτες να ασφαλίσουν τα σπίτια τους είναι τα φορολογικά κίνητρα.
Από εκεί και πέρα η προστασία και εξασφάλιση της περιουσίας των πολιτών από φυσικές καταστροφές θα έρθει μέσα από την καθιέρωση καθολικής ασφάλισης των κατοικιών. Υποστηρίζουμε τη λύση που έχουν ακολουθήσει πολλές ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίες έχουν αντιληφθεί ότι μια ενδεχόμενη μεγάλη φυσική καταστροφή δεν θα μπορέσει να την καλύψει ούτε το κράτος ούτε οι πολίτες από μόνοι τους: τη θέσπιση ενός συστήματος καθολικής κάλυψης κατοικιών έναντι των φυσικών καταστροφών το οποίο θα βασίζεται σε συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Αναφέρομαι στη δημιουργία ενός εθνικού συστήματος καθολικής ασφάλισης των κατοικιών με την εμπλοκή της ασφαλιστικής αγοράς. Έχουμε κάνει σχετική μελέτη ξεκινώντας από την κάλυψη του σεισμού και επεκτεινόμαστε και στην πλημμύρα. Προκρίνουμε τη λύση συνεργασίας δημοσίου – ιδιωτικού τομέα, καθώς γνωρίζουμε καλά πως η κάλυψη των σπιτιών από φυσικές καταστροφές είναι ένα πολύ μεγάλο και σημαντικό ζήτημα το οποίο απαιτεί συνέργεια. Σε κάθε περίπτωση η συνεργασία με το Κράτος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη χάραξη μίας ολοκληρωμένης στρατηγικής.
Θεωρείτε ότι υπάρχει η δυνατότητα επέκτασης της αγοράς ασφαλειών για τους κινδύνους του κυβερνοχώρου;
Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο τη σημασία της ψηφιοποίησης προκειμένου οι κοινωνίες να συνεχίσουν να λειτουργούν, ακόμα και υπό τις πιο ακραίες και απρόβλεπτες συνθήκες.
Παρότι τα οφέλη από τον ραγδαίο ψηφιακό μετασχηματισμό είναι προφανή και αναμφισβήτητα, η αυξανόμενη εξάρτηση από τις ψηφιακές τεχνολογίες οδηγεί αναπόφευκτα σε αύξηση των κινδύνων ψηφιακής ασφάλειας και του ηλεκτρονικού εγκλήματος. Η ενίσχυση της ψηφιακής ανθεκτικότητας καθίσταται πλέον ζωτικής σημασίας για τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις όλων των μεγεθών και την κοινωνία γενικότερα.
Η ασφαλιστική βιομηχανία έχοντας μακρά εμπειρία στη διαχείριση μεγάλων και πολύπλοκων κινδύνων είναι σε θέση να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο και στον τομέα αυτό. Οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι πολλές και σύνθετες. Το τοπίο των κινδύνων του κυβερνοχώρου συνεχώς εξελίσσεται.
Παρόλα αυτά, ασφαλιστικές επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο προσφέρουν ήδη στους ασφαλισμένους τους μεγάλη γκάμα υπηρεσιών διαχείρισης και ανάληψης των κινδύνων του κυβερνοχώρου που εκτείνονται από την καθοδήγηση και τη συνδρομή στην εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων πρόληψης για την αποφυγή και τον μετριασμό του κινδύνου έως και την καταβολή αποζημίωσης για την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίου αντασφαλιστικού ομίλου, τα ασφάλιστρα σε παγκόσμιο επίπεδο για την κάλυψη των κινδύνων του κυβερνοχώρου αναμένεται να πολλαπλασιαστούν τα επόμενα χρόνια, και από 4,5 δισ. δολάρια που υπολογίστηκαν το 2018, αναμένεται να ανέλθουν στα 20 δισ. δολάρια έως το 2025. Βεβαίως, η μερίδα του λέοντος, περίπου το 80%, υπολογίζεται ότι αφορά στην κάλυψη της αγοράς της Βόρειας Αμερικής. Η ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά φαίνεται πιο διστακτική στα πρώτα αυτά βήματα, με τα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα για το 2018 να ανέρχονται σε 295 εκατ. ευρώ.
Στην Ελλάδα, η ασφάλιση κατά των κινδύνων του κυβερνοχώρου προσφέρεται σήμερα από περιορισμένο αριθμό ασφαλιστικών εταιριών. Ωστόσο, η ανάπτυξη προϊόντων ασφάλισης cyber risk απασχολεί ολοένα και περισσότερο και την ελληνική ασφαλιστική αγορά.
Οι δύο βασικοί παράγοντες που θα οδηγήσουν τις εξελίξεις και θα συνδράμουν στην ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς cyber τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό είναι η καλύτερη ενημέρωση της κοινωνίας και των επιχειρήσεων στα θέματα των κινδύνων του κυβερνοχώρου και η διασφάλιση πρόσβασης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ποιοτικά δεδομένα κυβερνοεπιθέσεων, διαδικασία που θα επιτρέψει τον ποσοτικό προσδιορισμό των πιθανών μελλοντικών ζημιών και την καλύτερη διαχείριση της έκθεσης στον κίνδυνο. Θα έλεγα επομένως ότι – με τη συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων – υπάρχει γόνιμο έδαφος για εξέλιξη και ανάπτυξη της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς στον τομέα της ασφάλισης των κινδύνων του κυβερνοχώρου.
Σε ποια φάση βρίσκεται το θέμα σχετικά με τα ΣΔΙΤ στον κλάδο υγείας;
Το θέμα των ΣΔΙΤ στην Υγεία τελεί σε μια γενική κατάσταση στασιμότητας, αλλά, οπωσδήποτε, και αναμονής, τουλάχιστον από πλευράς του ασφαλιστικού κλάδου. Το κράτος δείχνει ότι δεν έχει ακόμη αξιολογήσει συστηματικά τα αντισταθμιστικά οφέλη που η διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης μπορεί να προσφέρει στο Σύστημα Υγείας της χώρας και τους ίδιους τους συμπολίτες μας. Ουσιαστική και πρακτική, πρόοδος δεν έχει σημειωθεί, ούτε στο σκέλος της ασφάλισης των πολιτών και του συμπληρωματικού ρόλου της ιδιωτικής ασφάλισης στην Υγεία, ούτε στο σκέλος της συνεργασίας δημόσιων νοσοκομείων με την ασφαλιστική αγορά.
Η ιδιωτική ασφάλιση παραμένει θετικά διακείμενη έναντι των ΣΔΙΤ στην Υγεία, υπό τις σωστές προϋποθέσεις, με τελικό σκοπό τη βελτίωση της υγείας και της δυνατότητας πρόσβασης όλων των πολιτών σε καλύτερες υπηρεσίες υγείας με λογικό κόστος.
Μια σωστά σχεδιασμένη σύμπραξη στην υγειονομική κάλυψη και περίθαλψη των πολιτών παραμένει αναγκαιότητα για την βιωσιμότητα του ελληνικού συστήματος αλλά και για την βιωσιμότητα -οικονομική και βιολογική– των ίδιων των συμπολιτών μας!
Μεγάλη μερίδα πολιτών πληρώνουν, απευθείας, επιπλέον, δηλαδή από τις εισφορές τους προς την κοινωνική ασφάλιση, από την τσέπη τους, πάνω από 5 δισ. ευρώ κάθε χρόνο για την υγεία! Πράγματι, αυτή είναι η κατάσταση για πολύ μεγαλύτερο από όσο φανταζόμαστε ποσοστό των συμπολιτών μας: δηλαδή, είτε οικονομική εξάντληση για την περίθαλψή τους ή σοβαρότατη περαιτέρω βλάβη της υγείας τους, αν δεν έχουν πέρα από την κοινωνική τους ασφάλιση, τα οικονομικά μέσα να ανταπεξέλθουν. Και, κάπως έτσι, εντείνονται οι κοινωνικές ανισότητες, φθίνουν οι δείκτες υγείας και μακροζωίας στη χώρα μας και το σύστημα υγείας μας καταλήγει να χαρακτηρίζεται ως χρήζον βελτίωσης σε ό,τι αφορά την προσβασιμότητα, την ισότητα, την αποδοτικότητα και όλα τα λοιπά, καθόλου κολακευτικά, που αναφέρονται στις εκθέσεις του ΟΟΣΑ και άλλων διεθνών οργανισμών για τη χώρα μας. Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα προς όφελος όλων των μερών και κυρίως των πολιτών.
Aναδημοσίευση: businessdaily.gr